Τετάρτη 13 Απριλίου 2011

Αυτοαντίληψη- Αυτοπεποίθηση και επαγγελματικές επιλογές

Αυτοαντίληψη- Αυτοπεποίθηση και επαγγελματικές επιλογές
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κριτική: Μαθαίνει να κατακρίνει Αν ένα παιδί ζει μέσα στην έχθρα: Μαθαίνει να καυγαδίζει Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ειρωνεία: Μαθαίνει να είναι ντροπαλό Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ντροπή: Μαθαίνει να είναι ένοχο Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κατανόηση: Μαθαίνει να είναι υπομονετικό Αν ένα παιδί ζει μέσα στον έπαινο: Μαθαίνει να εκτιμά Αν ένα παιδί ζει μέσα στην δικαιοσύνη: Μαθαίνει να είναι δίκαιο Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ασφάλεια: Μαθαίνει να πιστεύει Αν ένα παιδί ζει μέσα στην επιδοκιμασία: Μαθαίνει να έχει αυτοεκτίμηση Αν ένα παιδί ζει μέσα στην παραδοχή και φιλία: Μαθαίνει να βρίσκει την αγάπη μέσα στον κόσμο.
εμείς θα προσθέταμε: Και αν τιμωρούμε τα παιδιά μας τα μαθαίνουμε να τιμωρούν.
Bertrand Russel[1].
[1]Bertrand Russel (1872-1970). Βρετανός φιλόσοφος,
μαθηματικός και ειρηνιστής. Τάχθηκε ενάντια στους πυρηνικούς εξοπλισμούς. Έργα του: πάνω από 70 βιβλία και ένα τεράστιο αριθμό άρθρων, δοκιμίων, σχολίων κ.τλ. για τα Μαθηματικά, τη Φιλοσοφία, την Πολιτική κ.ά, όπως, The Principles of Mathematics, (το οποίο παραμένει και σήμερα σταθμός στην ιστορία των Μαθηματικών), The Problems of Philosophy, Introduction to Mathematical Philosophy,The Analysis of Mind. Το 1950 του απονεμήθηκε το βραβείο Nobel Λογοτεχνίας.
Στα απομνημονεύματά του γράφει «Τρία απλά, αλλά υπεράνθρωπα πάθη προσδιόρισαν τη ζωή μου: Η αναζήτηση της αγάπης, η τάση για γνώση και μία ασυγκράτητη συμπόνια για τα πάθη των ανθρώπων. 'Όπως ένας σίφουνας με στριφογύριζαν αυτά τα πάθη, μια από 'δω, μια από 'κει, σε μια απρόβλεπτη διαδρομή μέσα σ' ένα ωκεανό μαρτυρίου, συχνά μέχρι τα τελευταία όρια της απελπισίας.»
Αυτοαντίληψη-Αυτοπεποίθηση παιδιών και έφηβων και ο ρόλος της οικογένειας και του Σχολείου, σελ. 181-188,
του Λεωνίδα Κατσίρα

Αυτοαντίληψη-Αυτοπεποίθηση και επαγγελματικές επιλογές

Μία από τις πιο σοβαρές επιλογές που έχει να κάνει κανείς στη ζωή του είναι η επιλογή σπουδών και σταδιοδρομίας, αφού η σταδιοδρομία επηρεάζει τον τρόπο που θα ζήσει τόσο ο ίδιος, όσο και οι άνθρωποι του περιβάλλοντός του. Η επιλογή αυτή δεν είναι στιγμιαία υπόθεση, επειδή ο άνθρωπος ωριμάζει επαγγελματικά ακολουθώντας μια αναπτυξιακή διαδικασία, αλλά και επειδή, στο μέλλον ιδιαίτερα, θα χρειαστεί να αλλάζει επαγγέλματα, εξαιτίας αλλαγών στον κόσμο της εργασίας. Για μια τέτοια διαδικασία, λοιπόν, είναι καλό, να προετοιμάζεται έγκαιρα το παιδί, συνειδητοποιώντας τις προϋποθέσεις εκείνες, που απαιτούνται για επιτυχέστερες επιλογές του μαθητή/τριας, που είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε επιθυμητές συνέπειες. Η γνώση των προϋποθέσεων αυτών, μάλιστα, είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στην εποχή μας που χαρακτηρίζεται από ραγδαίες αλλαγές και συνακόλουθες μεταβάσεις. Οι αλλαγές αυτές κάνουν το επαγγελματικό μας μέλλον αβέβαιο, όπως και τις εκπαιδευτικές και επαγγελματικές από-φάσεις για μια σταδιοδρομία ζωής, δύσκολες.
Μια βασική προϋπόθεση για την αντιμετώπιση τέτοιων δυσκολιών και για την αποφυγή επενδύσεων σε λανθασμένες επιλογές που βασίζονται συχνά στη μέθοδο της δοκιμής και της πλάνης, είναι η εξασφάλιση πληροφόρησης, σχετικά με τον κόσμο των σπουδών και των επαγγελμάτων. Χρειάζεται να αναπτύξουμε ενεργό ρόλο ως προς την αναζήτηση πηγών πληροφόρησης και την κριτική ανάγνωση των πληροφοριών, έτσι ώστε να οδηγούμαστε σε έγκαιρο και υπεύθυνο προσανατολισμό και προγραμματισμό της σταδιοδρομίας μας.
Ωστόσο, η ποσότητα και η ποιότητα των πληροφοριών, τις οποίες λαμβάνουμε, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από το τι πιστεύουμε ότι είμαστε ή ποιοι θα θέλαμε να είμαστε και να γίνουμε. Η αντίληψη που έχουμε για τον εαυτό μας, η αυτοαντίληψη, λειτουργεί συνήθως, ως ένα φίλτρο, που δεν είναι διαπερατό από τις πληροφορίες, οι οποίες ίσως θεωρούμε ότι δεν μας αφορούν αν αισθανόμαστε κατώτεροι από το είδος του προσώπου και τα προσόντα του που συνεπάγονται αυτές ή και αντίθετα[1]. Αρκετά συχνά, τα νοήματα που δομούν οι άνθρωποι μέσα από τις πληροφορίες είναι στερεότυπα, αποσπασματικά, στενά και περιορισμένα, φορτισμένα με άγχος και φόβο για τον εαυτό και για το αύριο, ανώφελα συσχετιζόμενα με στάσεις, συνήθειες και εμπειρίες του παρελθόντος που είναι δυνατόν να οδηγούν σε κλείσιμο προς νέες πληροφορίες, εμπειρίες και προσανατολισμούς, σε κατάσταση αναποφασιστικότητας μπροστά στις πολλές και καινούργιες εναλλακτικές δυνατότητες και σε λάθος αποφάσεις.
Η πληροφόρηση είναι αναγκαία, διότι, όχι μόνο θα πληροφορήσει το άτομο σχετικά με τον εαυτό του και τις πτυχές του (π.χ. με τεστ ενδιαφερόντων, ικανοτήτων κτλ.), αλλά θα το βοηθήσει μάλιστα να προσανατολιστεί σε συγκεκριμένες επαγγελματικές επιλογές ταιριάζοντας το ποιος είναι με το τι επαγγέλματα υπάρχουν. Σήμερα όμως, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, το άτομο δεν πρέπει να αυτοπεριορίζεται σε μια στατική διάγνωση των πτυχών του, όσο έγκυρη και αξιόπιστη και αν θεωρηθεί αυτή. Χρειάζεται, αντίθετα, να αναπτύξει μια στάση να εξελίσσεται με ευελιξία, να μπορεί να αλλάζει και να προσαρμόζεται με ωριμότητα στις σύγχρονες αλλαγές, να μαθαίνει πώς να μαθαίνει και να αναπτύσσει τις πτυχές του σφαιρικά και ολικά διακρίνοντας, βέβαια, τι είναι και τι δεν είναι δυνατόν να αλλάξει στον εαυτό του. Για το σημερινό και μελλοντικό κόσμο της εργασίας χρειάζεται να είμαστε ανοιχτοί σε πολύ περισσότερες ευκαιρίες που είναι διαθέσιμες, να διακρίνουμε με φαντασία και δημιουργικότητα διαφορετικές πτυχές του εαυτού μας, όπως και διαφορετικές πτυχές και δυνατότητες ανάμεσα σε είδη σπουδών και σταδιοδρομίας και να προβαίνουμε σε όσο γίνεται περισσότερες και ευέλικτες διασυνδέσεις, ανάμεσα σε διάφορα είδη σπουδών και επαγγελμάτων.

Βασικές, λοιπόν, προϋποθέσεις για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της συμβουλευτικής σταδιοδρομίας στο σημερινό ρευστό και αβέβαιο κόσμο είναι οι ακόλουθες: Ενεργός αναζήτηση και κριτική ανάγνωση πληροφοριών, Αυτοπεποίθηση, ευελιξία, αυτογνωσία, Στάση για ετοιμότητα στις αλλαγές, Υγιής προσαρμοστικότητα και όχι άκριτη προσαρμογή, Άνοιγμα σε νέες ευκαιρίες και προσανατολισμούς, Ακριβής συγχρονισμός με το περιβάλλον μας. Μια βασική, λοιπόν, προϋπόθεση δηλαδή που απαιτείται, ιδιαίτερα για τον μελλοντικό εργαζόμενο, είναι μεν σίγουρα η βαθιά κατάρτιση του, αλλά πάνω από όλα η ικανότητά του να αναπτύσσεται, να αλλάζει, να έχει επίγνωση του εαυτού του και του διαρκώς μεταβαλλόμενου κόσμου, να είναι ικανός να παίρνει αποφάσεις που στηρίζονται σε πολύπλοκα δεδομένα, να αντιμετωπίζει επερχόμενες μεταβάσεις και να μπορεί να μαθαίνει "δια βίου" και, κυρίως, η ανάπτυξη της αυτοπεποίθησης του ατόμου, πράγμα το ο-ποίο μπορεί να γίνει στα πλαίσια του σχολικού περιβάλ-λοντος, της σχολικής μονάδας.

Έννοια αυτοπεποίθησης-αυτοεκτίμησης.

Η αυτοπεποίθηση είναι μια «στάση», που επιτρέπει στο άτομο να έχει μια θετική, αλλά και ρεαλιστική αντίληψη για τον εαυτό του και για τις ικανότητές του να χειρίζεται τις καταστάσεις ή τις δυσκολίες που το αφορούν. Με άλλα λόγια, είναι η πεποίθηση του ατόμου ότι έχει την ικανότητα να πράξει, στα πλαίσια των δυνατοτήτων του και της λογικής, ό,τι επιθυμεί, σχεδιάζει και αναμένει. Αντανακλά, επίσης, την εμπιστοσύνη που έχει στις ικανότητές του αυτές, αλλά και την αίσθηση ότι ασκεί έλεγχο στη ζωή του. Ακόμα, και αν κάτι δεν πάει καλά, η θετική στάση και η αποδοχή του εαυτού στα άτομα με υψηλή αυτοπεποίθηση δεν αλλάζει.
Αντίθετα, τα άτομα που δεν έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους εξαρτώνται υπερβολικά από την αποδοχή και την έγκριση των άλλων για να νιώσουν καλά με τον εαυτό τους. Γενικά, δεν αναλαμβάνουν κινδύνους γιατί φοβούνται την αποτυχία, αλλά και δεν προσδοκούν ότι θα κάνουν κάτι επιτυχώς. Η έννοια του εαυτού είναι μια έννοια ιδιαίτερα σύνθετη και πολύπλοκη, συγκεντρώνοντας όλα τα κομμάτια του συνειδητού και του ασυνείδητου. Ειδικότερα, η έννοια του εαυτού είναι το κομμάτι, το οποίο είναι υπεύθυνο για τις σκέψεις, τις δράσεις και τη συμπεριφορά του ατόμου. Ο ''εαυτός'' είναι, ίσως, το πιο δύσκολα εξερευνήσιμο ανθρώπινο κομμάτι και η πορεία που οδηγεί έναν άνθρωπο στην αυτογνωσία, είναι η πιο επίπονη και δύσκολη.
Συνήθως, ένα άτομο έχει υψηλή αυτοπεποίθηση για ορισμένες δραστηριότητες (π.χ., σπουδές, κοινωνικές σχέσεις), ενώ ταυτόχρονα μπορεί να έχει μικρή αυτοπεποίθηση για άλλες δραστηριότητες (π.χ., σχέσεις με το άλλο φύλο). Δεν γεννηθήκαμε, βέβαια, αμφισβητώντας τον εαυτό μας.
Η αυτοπεποίθηση είναι κάτι που το μαθαίνουμε, ή που μας το μαθαίνουν οι άλλοι, οι οποίοι αν και θεωρούν ότι μας προστατεύουν, στην πραγματικότητα μας κληροδοτούν τις δικές τους αμφιβολίες και ανησυχίες. Αν και θέλουν δυνατούς, ικανούς και με αυτοπεποίθηση ανθρώπους, διδάσκουν μερικές φορές διαδικασίες και τρόπους σκέψης και συμπεριφοράς που οδηγούν στο αντίθετο.

Αυτοπεποίθησης-αυτοεκτίμηση και ο ρόλος της οικογένειας

Η αυτοπεποίθηση είναι ένα αναπτυξιακό χαρακτηριστικό, δομείται, δηλαδή, καθώς το άτομο αναπτύσσεται. Σημαντικός στη διαδικασία αυτή είναι ο ρόλος των γονέων: Όταν αποδέχονται το παιδί, ακόμα και όταν κάνει λάθη, αυτό αναπτύσσει υψηλή αυτοπεποίθηση. Όταν, όμως, το απορρίπτουν, ή όταν είναι πολύ κριτικοί, ή απαιτητικοί, ή υπερπροστατευτικοί και δεν ενθαρρύνουν την ανεξαρτησία του, τότε το παιδί δεν μαθαίνει να στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις και να τις αξιολογεί με ακρίβεια. Χάνει έτσι την εμπιστοσύνη στον εαυτό του και τις ικανότητές του. Με τον ίδιο τρόπο, ρόλο στη διαμόρφωση της αυτοπεποίθησης διαδραματίζουν οι φίλοι, οι συνομήλικοι και το κοινωνικό περιβάλλον. Η συμβολή της οικογένειας στη διαμόρφωση μιας θετικής αυτοαντίληψης είναι ιδιαίτερα σημαντική. Οι παράμετροι που φαίνονται να είναι καθοριστικότερες, είναι το συναισθηματικό κλίμα της οικογένειας, η αποδοχή του παιδιού από τους γονείς του και ο τρόπος διαπαιδαγώγησης. Τα παιδιά αρχίζουν το σχολείο έχοντας ήδη σχηματίσει μια σαφή ιδέα για τον εαυτό τους και τις ικανότητες τους. Όμως, παρά την πολύ μεγάλη επίδραση της οικογένειας, το σχολείο παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην περαιτέρω διαμόρφωση της αυτοαντίληψης.

Προϋποθέσεις ανάπτυξης αυτοπεποίθησης- αυτοεκτίμησης

Σύμφωνα με τον Bandura[2], η εμπιστοσύνη στις ικανότητες και κατ' επέκταση στον εαυτό μας αποκτάται από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
1. Τις προσωπικές εμπειρίες και επιδόσεις: οι επιτυχίες που έχουμε ενισχύουν την αίσθηση εμπιστοσύνης στον εαυτό και τις δεξιότητες που κατέχουμε, ενώ οι αποτυχίες, ιδιαίτερα οι επαναλαμβανόμενες, εξασθενούν την εμπιστοσύνη στον εαυτό. Αυτό το χαρακτηριστικό, αν προσέξουμε εμείς οι δάσκαλοι, θα προσπαθήσουμε να διαμορφώσουμε προσωπικότητες με αυτοπεποίθηση, όταν τα γνωστικά αντικείμενα που ο καθένας μας διδάσκει, τα δίδει με τρόπο κατανοητό και απλό στους μαθητές/τριες.
2. Η μάθηση μέσω προτύπων: παρατηρώντας άλλους ανθρώπους, ιδιαίτερα αυτούς που εκτιμούμε ιδιαίτερα, να σκέφτονται ή να συμπεριφέρονται με κάποιο τρόπο, να μας περιβάλλουν με εμπιστοσύνη ή να έχουν οι ίδιοι εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, γίνονται πρότυπα για εμάς που ακολουθούμε αυτό μας διδάσκουν. Εμείς οι δάσκαλοι, θέλουμε, δεν θέλουμε αποτελούμε πρότυπα συμπεριφοράς και αυτοπεποίθησης.
3. Η λεκτική πειθώ: τα λεκτικά σχήματα, οι ιστορίες ή οι «μύθοι» που μεταφέρουν οι άλλοι για άλλους ανθρώπους ή και για εμάς, γίνονται προϋποθέσεις διαμόρφωσης της αυτοπεποίθησής μας.
4. Η συναισθηματική διέγερση: συνήθως, θεωρούμε ότι τα καταφέρνουμε στις καταστάσεις που δεν μας γεννούν αρνητικά συναισθήματα. Αντίθετα, στις καταστάσεις, όπου αναπτύσσονται άσχημα συναισθήματα, νιώθουμε αδύναμοι και χωρίς αυτοπεποίθηση.

Αυτοπεποίθηση και σχολείο

Κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ατόμου πολλά γεγονότα ή καταστάσεις προκαλούν έντονο στρες με επακόλουθο, μεταξύ άλλων, την μείωση της αυτοπεποίθησης. Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια της φοιτητικής ζωής των παιδιών, τέτοιες καταστάσεις είναι: η απομάκρυνση από το σπίτι για πρώτη φορά για μεγάλο διάστημα, η αυξημένη ελευθερία και αυτονομία, η αυξημένη ευθύνη, η προσπάθεια για ισορροπία ανάμεσα στις υποχρεώσεις της σχολής και στις άλλες απαιτήσεις της ζωής, η αλλαγή στον τρόπο μελέτης, οι εξετάσεις, οι νέοι φίλοι και συνάδελφοι, η αγωνία για το μέλλον, η ανάληψη 'πρωτοβουλιών', η οριστική διαμόρφωση της ατομικής ταυτότητας.
Ένα άτομο μπορεί, λοιπόν, να νιώσει άσχημα εξαιτίας των παραπάνω καταστάσεων. Μπορεί να αισθανθεί άγχος, θυμό, θλίψη κ.ά. Το φαινόμενο αυτό είναι φυσιολογικό και εκείνο που χρειάζεται είναι ψυχραιμία και κινητοποίηση για να ξεπεραστούν οι δυσκολίες. Οι καταστάσεις, όμως, αυτές μπορεί να προκαλέσουν και σημαντική έκπτωση της εμπιστοσύνης στον εαυτό, κυρίως σε άτομα που έχουν την 'προδιάθεση' ή έχουν ήδη χαμηλή αυτοπεποίθηση.[3]
Ο Βιγκότσκι[4] υποστηρίζει πως όλοι οι άνθρωποι έχουν τάση προς δημιουργικότητα και όλες οι ιδιότητες του ανθρώπου χρειάζεται εκμάθηση, εξάσκηση και κατάλληλο περιβάλλον. Οι διαφορές που παρουσιάζονται ως προς τον πλούτο της και την έκτασή της είναι, κυρίως, αποτέλεσμα των κοινωνικών και πολιτισμικών παραγόντων. Για να μπορεί, βέβαια, το παιδί να εκφραστεί, να δημιουργήσει και να ανακαλύψει δυνάμεις που κρύβονται μέσα του θα πρέπει να ζει και να εργάζεται σε κατάλληλο περιβάλλον. Πραγματικά, η έρευνα και η πείρα παιδαγωγών αποδεικνύει ότι: «μέσα σ ένα ελεύθερο και δημιουργικό περιβάλλον, το παιδί μαθαίνει να εκτιμά αντικειμενικά την προσωπική του επίδοση και πρόοδο, γίνεται ευαίσθητο απέναντι στους ερεθισμούς του περιβάλλοντος και στα διάφορα προσωπικά, κοινωνικά και σχολικά προβλήματα, ευαίσθητα απέναντι, τόσο στο καθημερινό, όσο και απέναντι στο άγνωστο, στο αναπάντεχο.»
Δίνοντας, λοιπόν, ευκαιρίες σ όλους τους μαθητές για δραστηριοποίηση γύρω από διάφορα θέματα, εφαρμόζοντας την αρχή της αυτενέργειας, την ανακαλυπτική μέθοδο, ίσως, έτσι, βοηθηθούν στο ν’ αποκτήσουν δημιουργική φαντασία. Για να φτάσει ο μαθητής να έχει δημιουργική φαντασία απαιτείται θετική διάθεση, χρειάζεται, δηλαδή, να υπάρχουν ελπίδα, ενθουσιασμός, αυτοπεποίθηση και ενθάρρυνση από τα προσφιλή άτομα.
Η αυτοεικόνα ή, αυτοαντίληψη μπορεί να ορισθεί ως ένα σύνολο από γνώσεις, πεποιθήσεις, αντιλήψεις και συναισθήματα, που έχει ένα άτομο για τον εαυτό του. Στις αντιλήψεις αυτές περιλαμβάνονται οι νοητικές ικανότητες του ατόμου, η σωματική του διάπλαση, οι αξίες και η αποδοχή του από τα άλλα άτομα ή η επίδραση που ασκεί πάνω σ΄ αυτά. Οι Beane και Lipka (1986) ορίζουν την αυτό-αντίληψη, ως μια περιγραφή του ατόμου για τον εαυτό του και ως μια σύνθετη εικόνα, η οποία περιλαμβάνει τι πιστεύει ότι είναι, τι μπορεί να επιτύχει στη ζωή του, τι νομίζει ότι οι άλλοι πιστεύουν για εκείνο και τι θα του άρεσε να είναι. Σύμφωνα με τον Nurius (1986), «Η αυτοαντίληψη είναι ένα δυνατό σύστημα γνωστικών δομών, το οποίο είναι πολύ πιθανόν ότι χρησιμεύει, ως μεσολαβητής, για την ερμηνεία της συμπεριφοράς και τις αντιδράσεις ενός ατόμου προς διάφορα γεγονότα ή ενέργειες που απευθύνονται σε αυτό»[5].
Η θετική αυτοαντίληψη συνεπάγεται υψηλή αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση. Οι παράμετροι αυτοί φαίνεται ότι σχετίζονται με μια σειρά από επιθυμητά αποτελέσματα. Άτομα με θετική αυτοαντίληψη αισθάνονται υπεύθυνα για τις πράξεις τους, πιστεύουν στις ικανότητές τους, είναι στραμμένα προς την επιτυχία, δεν τα αποθαρρύνει η αποτυχία, αποδέχονται τα συναισθήματα τους και η συνειδητοποίηση των αδυναμιών τους δεν τους προκαλεί συναισθήματα κατωτερότητας.
Ακόμη η θετική αυτοαντίληψη θεωρείται ότι βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την ικανότητα του ατόμου να δημιουργεί ικανοποιητικές διαπροσωπικές σχέσεις, επηρεάζει τα μελλοντικά του σχέδια, τις επαγγελματικές του επιλογές και γενικά την ψυχική του υγεία. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι παιδιά ηλικίας 9-10 ετών έδειχναν την τάση να αποφεύγουν το έργο, που έπρεπε να επιτελέσουν, μετά την παροχή πληροφοριών, που αφορούσαν τη σύγκριση της απόδοσής τους με τα άλλα παιδιά, όταν οι πληροφορίες αυτές υπαινίσσονταν τη μη ικανότητά τους στο έργο. Επιπλέον, η ατμόσφαιρα της τάξης γίνεται πιο ανταγωνιστική. Όλα αυτά ενθαρρύνουν τη χρήση της διαπροσωπικής σύγκρισης στην αυτοαξιολόγηση. Τα παιδιά των τελευταίων τάξεων του δημοτικού παίρνουν μεν υπόψη τους επαίνους των ενηλίκων, αλλά σε σχέση πάντα με άλλες πληροφορίες, και δεν βασίζουν την αυτοαξιολόγησή τους αποκλειστικά και μόνο στους επαίνους αυτούς.
Από την πλευρά του δασκάλου, έχει την ευκαιρία τόσο να δοκιμάσει νέους τρόπους διδασκαλίας ξεφεύγοντας από την ανία που προκαλεί η ενιαία συγκεντρωτική διδασκαλία και η επανάληψη του αναλυτικού προγράμματος, όσο και να ξεφύγει από την αποδεδειγμένη αναποτελεσματικότητα του σχολείου για μια μεγάλη μερί-δα μαθητών. Έχει την ευκαιρία να αναδείξει τα ενδιαφέροντα και τις δυνατότητες όλων των μαθητών αποκομίζοντας έτσι την χαρά που δίνει μια τάξη που στο σύνολο της συμμετέχει ενεργά στην κατάκτηση της γνώσης και είναι ευχαριστημένη από την σχολική πραγματικότητα. Παράλληλα, με τον τρόπο αυτό, δίνεται η ευκαιρία στο δάσκαλο να πετύχει στην τάξη μια πειθαρχία που δεν είναι καταναγκαστική αλλά συνειδητή, που δεν επιβάλλεται από το φόβο της ποινής ή την εξουσία του δασκάλου, αλλά βασίζεται σε κανόνες που οι ίδιοι οι μαθητές καθορίζουν.
Γενικά τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον εντοπισμό των Προβληματικών χαρακτηριστικών στην ψυχολογία βασίζονται στην υποκειμενική βίωση του κάθε ατόμου. Αν το άτομο νιώθει άσχημα με ένα χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του τότε υπάρχει πρόβλημα. Αν ένα άλλο άτομο έχει το ίδιο χαρακτηριστικό στον ίδιο ακριβώς βαθμό, αλλά δεν ενοχλείται, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα.
Πρέπει όλα τα παιδιά να καταλάβουν ότι έλλειψη αυτοπεποίθησης δεν σημαίνει έλλειψη ικανοτήτων. Συχνά η έλλειψη αυτοπεποίθησης είναι το αποτέλεσμα υπερβολικού εστιασμού σε μη ρεαλιστικές προσδοκίες ή κανόνες, που υιοθετούνται από γονείς, φίλους, άλλους και ως συνέπεια έχει να προκαλεί δυσλειτουργικές πεποιθήσεις που καθιστούν το άτομο ευάλωτο στους σημαντικούς άλλους. Η υπερβολική έμφαση στα «πρέπει» και τους κανόνες, η δυσκολία στην αποδοχή κομπλιμέντων, η μειωμένη έμφαση στα θετικά στοιχεία του εαυτού, ο φόβος και για το μικρότερο σφάλμα ή παράλειψη, η άκριτη αποδοχή των συναισθημάτων, ως μόνη αλήθεια («νιώθω νικημένος, άρα έτσι έχουν τα πράγματα»), είναι παγίδες που μπορούν να εγκλωβίσουν το άτομο και να το κάνουν να χάσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό του και τις ικανότητές του. Η κατά-νόηση, όμως, των διαδικασιών αυτών και η αλλαγή τους, μας επιτρέπει να αποδεχθούμε τον εαυτό μας και να αναπτύξουμε την αναγκαία αυτοπεποίθηση.

Για να ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη στον εαυτό μας, χρήσιμα είναι τα εξής: Να ασκηθούμε σε δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων και στρατηγικές διαχείρισης αγχογόνων καταστάσεων, που, πιθανώς, επιφέρουν μείωση της αυτοπεποίθησής μας. Να ελέγξουμε τις δυσλειτουργικές σκέψεις, που μας εμποδίζουν να αναπτύξουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό σας και αφού τις εντοπίσουμε, να τις αναθεωρήσουμε[6]. Αυτό εξάλλου είναι και ο ρόλος του σχολείου στην σημερινή κοινωνία. Να διαμορφώσουμε ελεύθερους και ώριμους πολίτες, με εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, στις ικανότητές τους και στις δυνάμεις τους, τις οποίες εμείς οι εκπαιδευτικοί μπορούμε να εμπνεύσουμε, ενισχύοντας τις διαχρονικές ηθικές αξίες και τα ιδανικά στην σημερινή κοινωνία που επικρατεί η επιδίωξη του εύκολου κέρδους και της υλιστικής σκέψης[7].
Η επιθυμία του εφήβου να αποκτήσει μια επιθυμητή και αποδεκτή εικόνα για τον εαυτό του, φαίνεται ότι είναι ένας από τους πιο σημαντικούς και καθοριστικούς παράγοντες που διαμορφώνουν τη συμπεριφορά του. Είναι φανερό, πόσο οι έφηβοι στενοχωριούνται όταν οι ενήλικες που συμπαθούν τους κατακρίνουν ακατάπαυστα χωρίς έλεος. Κάθε απειλή της αυτοεκτίμησης είναι σαν να στρέφεται και εναντίον της ίδιας της ύπαρξης του ατόμου. Τα παιδιά από πολύ νωρίς στη ζωή τους υιοθετούν πολύπλοκους τρόπους, τους «μηχανισμούς άμυνας» όπως τους ονομάζουμε, για να αντιμετωπίσουν τις απειλές που δέχονται από τους σημαντικούς ενήλικες. Αυτοί οι μηχανισμοί συντελούν στην εξομάλυνση του άγχους και των αποτυχιών και στην προστασία της ακεραιότητας του Εγώ με το να αυξάνουν το αίσθημα της προσωπικής αξίας.
Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι ο άγνωστος και απειλητικός κόσμος των ενηλίκων, επιβαρύνουν τη συναισθηματική κατάσταση των παιδιών επηρεάζοντας με ποικίλους τρόπους και τη συμπεριφορά τους, την αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση των παιδιών. Το να πετύχει ένας έφηβος στις εξετάσεις του, να έχει υψηλές επιδόσεις και να καταφέρει να μπει στο Πανεπιστήμιο, στο Πολυτεχνείο ή σε κάποια άλλη σχολή είναι σίγουρα ένα ικανοποιητικό γεγονός στο βαθμό που ακολουθεί τις επιλογές και τις επιθυμίες του. Θα ήταν όμως υπερβολή να ισχυριστούμε ότι είναι ταυτόχρονα και βασική προϋπόθεση μιας ευτυχισμένης ζωής, διότι η σχολική αποτυχία δεν συνεπάγεται απαραίτητα αποτυχία και στη ζωή. Ένας αριθμός «κακών» μαθητών κερδίζει αξιοπρεπώς τα προς το ζην, παντρεύονται, αποκτούν παιδιά και θεωρούν τον εαυτό τους ευτυχισμένο. Αντίθετα, ορισμένοι «καλοί» μαθητές, καταλήγουν να έχουν μια δυστυχισμένη ζωή.

Συμπέρασμα

Κατόπιν των ανωτέρω πρέπει, εμείς γονείς και δάσκαλοι, να δώσουμε έμφαση στις δυνατότητες των παιδιών μας. Να ενισχύσουμε και επιβραβεύσουμε κάθε τους προσπάθεια. Να δώσουμε πιο πολλή έμφαση στην προσπάθεια, εφόσον από εκεί ξεκινούν όλα, παρά στα αποτελέσματα. Να υπενθυμίζουμε στους μαθητές/τριες μας τις επιτυχίες, τις νίκες, που έχουν κατορθώσει ως τώρα (π.χ., την επιτυχία στις Πανελλαδικές εξετάσεις). Αυτό θα τους βοηθήσει να δούνε τον εαυτό τους ως σύνολο, που πιθανώς έχει κάποια αρνητικά σημεία, αλλά σίγουρα και αρκετά θετικά για να συνεχίσουν την προσπάθειά τους. Ναι, μπορεί να νιώθουν άσχημα για τα λάθη τους, αλλά, όχι ένοχοι ή ντροπιασμένοι. Μπορούμε να εντοπίσουμε και παράλληλα να αμφισβητήσουμε τις δυσλειτουργικές πεποιθήσεις. Πάντα να τους υπενθυμίζουμε ότι δεν μπορεί ο άνθρωπος να κάνει πάντα κάτι τέλειο. Πιθανή και δυνατή είναι μόνο η προσπάθεια. Να εστιάσουμε, κυρίως, τη συμπεριφορά μας, τη δουλειά μας στην ανάπτυξη της αυτοπεποίθησης των παιδιών, διότι δημιουργούμε αξίες, συμπεριφορές κα στάσεις απέναντι στη ζωή.

Καθήκον και υποχρέωση των εκπαιδευτικών είναι να διδάξουν τα παιδιά, όχι μόνο, να επιτύχουν μαθησιακά, αλλά να αναπτύξουν και την έννοια της αξιοσύνης για τον εαυτό τους. Όπως γνωρίζουμε, οι ανθρώπινες σχέσεις είναι πολύπλοκες, δύσκολες και συχνά επιφυλάσσουν απογοητεύσεις και οδύνη στο άτομο. Η εκούσια απομόνωση, η απομάκρυνση από τους άλλους ως μια προστασία από τον πόνο που μπορεί να προκληθεί σε κάποιον εξ' αιτίας των ανθρώπινων σχέσεων, δεν οδηγεί παρά μόνο στην ευτυχία της ησυχίας.

Δε φέρνει άριστα αποτελέσματα η οργή και η σωματική ποινή, αλλά μόνον η αγάπη. (Ι. Χρυσόστομος[8])
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Gilbert, P. (1999). Ξεπερνώντας την κατάθλιψη: Ένας οδηγός αυτοβοήθειας με γνωστικές-συμπεριφοριστικές τεχνικές. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Burns, D. D. (1997). Αισθανθείτε καλά! Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.
Ευάγγελος Χ. Καραδήμας, Αυτοπεποίθηση
Ευάγγελος Χ. Καραδήμας, Δρ. Ψυχολογίας της Υγείας, Συνεργάτες: Φλωρεντία Μπακομήτρου, Αικατερίνη Σκαπετορράχη, Ιωάννα Καπράλου
Τάνος Χ, Αυτοεκτίμηση και αξιολογικό σύστημα των εφήβων, διδακτορική διατριβή, Αθήνα,
Φλουρής Γ, Αυτοαντίληψη, σχολική επίδοση και επίδραση γονέων, Αθήνα, εκδόσεις Γρηγόρη.
Καλαντζή-Αζίζι Α, Αυτογνωσία:αυτοανάλυση και αυτοέλεγχος, Αθήνα 1984, εκδ. Δίφρος.
Bandura A, self-fficacy: Toward a unifying theory of behavioural change. Psychological Review, 84, Πασσάκος ΚΓ, Η αυτοαντίληψη στο παιδί: ομοιότητες και διαφορές, Αθήνα.
Ved P. Varma, Τα δύσκολα παιδιά, η βοήθεια και η θεραπευτική αντιμετώπιση των παιδιών με διαταραχές του συναισθήματος και της συμπεριφοράς,[σειρά:Παιδιά και έφηβοι] μετάφραση: Γιώργος Καλομοίρης, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1977, β’ έκδοση.
Μαρία Μαλικιώση-Λοίζου, Η συμβουλευτική ψυχολογία στην εκπαίδευση, από την θεωρία στην πράξη, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2001, Δ΄ έκδοση.
Ιωάννου Παρασκευοπούλου, Εξελικτική ψυχολογία, τόμοι: 1.2.3.4, Αθήνα.
Ιωάννου Παρασκευοπούλου, Κλινική ψυχολογία, Αθήνα.
Μπρούντζος Α, Ο εκπαιδευτικός ως λειτουργός συμβουλευτικής και προσανατολισμού, μια ανθρωπιστική θεώρηση της εκπαίδευσης, εκδόσεις Λύχνος, Αθήνα, 1955
Parry, G. (1993). Ψυχολογικές κρίσεις …και η αντιμετώπισή τους (Ν. Ε. Δέγλερης Επιμ. Έκδ., Ν. Ρώντα Μτφ.), Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. (Τίτλος πρωτοτύπου: Coping with crises: Problems in practice. Έτος πρωτότυπης έκδοσης: 1990).
Wolpe, J., & Wolpe, D. (1996). Ζωή χωρίς φόβο (Σ. Ανδρεοπούλου Μτφ.). Αθήνα: Δίοδος. (Τίτλος πρωτοτύπου: Life without fear. Έτος πρωτότυπης έκδοσης: 1988).


1. Χ. Κοσμίδου-Hardy, Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Southampton.

[2] Θεωρία της κοινωνικής μάθησης (Social Learning Hypothesis), της οποίας ο κύριος εκφραστής της είναι ο Bandura., ο οποίος θεωρείται ο μεγαλύτερος ψυχολόγος του 21ου αιώνα και κατατάσσεται ανάμεσα στους πέντε μεγαλύτερους ψυχολόγους του 20ού αιώνα, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Βρετανικής Ψυχολογικής Εταιρίας. Η κεντρική του πρόταση είναι ότι, οι τρόποι συμπεριφοράς μαθαίνονται με την παρατήρηση των άλλων, και ότι αυτό είναι το κύριο μέσο με το οποίο τα παιδιά ενστερνίζονται την αντικοινωνική συμπεριφορά, παρόλο που η αναπαράσταση της επίκτητης συμπεριφοράς εξαρτάται τουλάχιστον εν μέρει από παράγοντες διαφορετικούς από την απόκτηση. (Bandura 1973). Η κοινωνικογνωστική θεωρία της μάθησης που εισηγήθηκε και ανέπτυξε ο Albert Bandura άνοιξε το δρόμο για την προσέγγιση της Γνωστικής Ψυχολογίας και της Ψυχολογίας της Συμπεριφοράς. Σύμφωνα με τον Bandura «ο άνθρωπος δεν αντιδρά μηχανικά στα ερεθίσματα του περιβάλλοντος αλλά σκέπτεται, οργανώνει τα δεδομένα και καταλήγει σε συμπεράσματα μετά από γνωστική επεξεργασία των δεδομένων αυτών», http://kapodistriako.uoa.gr, Συνέντεξη:ALBERT BANDURA στον Σ.Ν. Κοδέλλα, 15/4/2003, βλ. επίσης Bandura, A., (1971/1977) Social Learning Theory. Englewood Cliffs, NJ: Prentice Hall.
[3] Χατζόπουλος Γ., Ντάνια Ζ., Ράπτου Μ., Φράγκου Β. (2000), Η εφημερίδα στα πλαίσια του σχολείου: από τη θεωρία στην πράξη, Τόμος 2, τεύχος 1, Μάιος του 2000, Εργασία που εκπονήθηκε στα πλαίσια των μαθημάτων της Θ. Ανθογαλίδου., Επιμέλεια, διορθώσεις Θ. Ανθογαλίδου, Το εικονικό σχολείο, www. auth.gr
[4] Σοβιετικός ψυχολόγος που ανακαλύφτηκε από το δυτικό κόσμο τη δεκαετία του 1960. Σύμφωνα με το Βιγκότσκι, η πνευματική ανάπτυξη των παιδιών είναι λειτουργία των ανθρώπινων κοινοτήτων, παρά μεμονωμένων ατόμων. Η συνεισφορά του είναι ευρέως σεβαστή και ασκεί επιρροή στους τομείς της αναπτυξιακής ψυχολογίας, της εκπαίδευσης, της ανάπτυξης του παιδιού και της μελέτης της γλώσσας. Το γνωστότερο βιβλίο του είναι το "Σκέψη και Γλώσσα", που εκδόθηκε το 1934. Έργα: Λεβ Βιγκότσκι "Σκέψη και Γλώσσα", μετάφραση Αντζελίνα Ρόδη, Αθήνα, Γνώση 1993 (β΄ έκδ.) = α΄ έκδ. 1987-88).
[5] Αγγελική Λεονταρή, Αυτοαντίληψη, σ. 65, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1996.
[6] Ας προσέξουμε τα λόγια ενός σύγχρονου φιλοσόφου "Να προσέχετε τις σκέψεις γιατί γίνονται λόγια, τα λόγια γιατί γίνονται πράξεις, τις πράξεις γιατί γίνονται συνήθειες, τις συνήθειες γιατί γίνονται χαρακτήρας, το χαρακτήρα γιατί γίνεται πεπρωμένο" "H ζωή είναι όμορφη αν την κάνεις εσύ όμορφη. Το πιο μεγάλο ταξίδι ξεκινά με ένα βήμα". Μήπως, αλήθεια τα πάντα ξεκινούν από τις κακές μας σκέψεις. Ακούμε πολλές φορές, άνθρωποι μη πνευματικοί να λένε «μα τι λέτε συνέχεια στην εξομολόγησή σας; Τα ίδια και τα ίδια, τι αμαρτίες έκανες πια;. Ναι, τις σκέψεις μου λέω. Η Εκκλησία έχει τον τρόπο της και σ’ αυτό το θέμα, για να προστατεύσει τα παιδιά της.
[7] Ένα σύγχρονο τραγούδι εκφράζει του λόγου το αληθές για την σημερινή μας κοινωνία. «Ακριβό μου διθέσιο που περνάς από τ’ απαίσιο ξυστά.. Μη με φέρνετε σπίτι-τ’ ακούς, κάπου αλλού να με πας.. Στον λευκό σου αερόσακο θα ξαγρυπνήσω μ’ αφημένο το πρόσωπο σκοπιά. Σ’ ένα πάρκιγκ απρόσωπο θ’ αποφασίσω ποιόν εαυτό θα ‘χω πια..», Στίχοι: Λ. Νικολακοπούλου, Τραγούδι: Άλκηστις Πρωτοψάλτη, Από τον δίσκο: «Σαν ηφαίστειο που ξυπνά». Ποιος είναι τελικά ο εαυτό μας; τι μπορούμε να προσφέρουμε στην κοινωνία, γιατί αδιαφορούμε για τη ζωή; Η ταχύτητα και φυγή αποτελούν προσπελάσεις του κομβικού ερωτήματος της προσωπικής μας ταυτότητας.



[8]Ἰωάννης Χρυσόστομος (349-407).Υπήρξε εξέχων Χριστιανός επίσκοπος και κήρυκας κατά τον 4ο και 5ο αιώνα στην Αντιόχεια και την Κωνσταντινούπολη. Ένας από τους πιο λαοφιλείς εκκλησιαστικούς ηγέτες. Θεωρείται από τους μεγαλύτερους πατέρες της Ορθόδοξης και Καθολικής Εκκλησίας. Η αγάπη για το Χρυσόστομο είναι το βασικό γνώρισμα του παιδαγωγού. «[…] Ας γινόμεθα λοιπόν στοργικοί προς τους μαθητές μας. Αυτό είναι η αρχή του δικού μας τρόπου ζωής. Η παιδεία είναι κατεξοχήν συναντησιακή σχέση αγάπης και κατ’ επέκταση πράξη θάρρους. Ας γινόμεθα λοιπόν στοργικοί προς τους μαθητές μας. Αυτό είναι η αρχή του δικού μας τρόπου ζωής, από γνώρισμα, δηλαδή το να μη φροντίζουμε μόνο για τα δικά μας πράγματα και τις υποθέσεις, αλλά και τα μέλη μας τα άρρωστα και να τα διορθώνουμε και να τα θεραπεύουμε αυτό είναι το μέγιστο της πίστεως[…], (P.G. 54, 623). Βλ επίσης Παπαδόπουλου. Γ.Στ, Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, (Εκδόσεις Αποστολική Διακονία, Αθήνα, 1999/2006) και Φειδά. Βλ, Εκκλησιαστική Ιστορία, (Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα, 2002).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΓΡΑΦΕΙΟ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ

ΚΑΛΩΣΟΡΙΣΑΤΕ!